Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2020

Κι όμως... μειώνουν τις δαπάνες για Υγεία!...


Η δημοσιοποίηση από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης την περασμένη Παρασκευή, ημέρα κατάθεσης του προϋπολογισμού 2021, αποκαλυπτικού γραφήματος του ΟΟΣΑ στο οποίο αποτυπωνόταν ότι η Ελλάδα ήταν προτελευταία χώρα -με τελευταία τη Βουλγαρία- στην Ε.Ε. σε έκτακτες δαπάνες ενίσχυσης του... συστήματος Υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας πυροδότησε, όπως αναμενόταν, την αντίδραση της κυβέρνησης και έναν πόλεμο δηλώσεων και αντιδηλώσεων.

Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος και συντονιστής οικονομικού κύκλου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία έδωσε στη συνέχεια και άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία από την έρευνα του ΟΟΣΑ, στην οποία όταν δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Πέμπτη ελάχιστα εγχώρια ΜΜΕ έδωσαν σημασία, παρότι αποτελεί μια ευρύτατη και αναλυτικότατη καταγραφή του συστήματος Υγείας στην Ευρώπη και της αντίδρασης των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων κυρίως στο πρώτο κύμα της πανδημίας και των μέτρων που πήραν μέχρι και τον Οκτώβριο. Επισήμανε, για παράδειγμα, ο κ. Τσακαλώτος ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ η Ελλάδα έκανε μόλις 53 τεστ Covid ανά 100.000 κατοίκους, έναντι 124 μέσου όρου Ε.Ε. και 434 της Γερμανίας.

Τι δείχνει ο ΟΟΣΑ

Ακόμη σημαντικότερο ανάμεσα στα στοιχεία της έρευνας του ΟΟΣΑ (Health at a glance, Europe 2020) είναι ότι ο μνημονιακός ολετήρας που πέρασε πρωτίστως πάνω από το σύστημα Υγείας ευθύνεται προφανέστατα για την τρομακτική αδυναμία του ΕΣΥ μπροστά στην πανδημία: την πενταετία 2008-2013 (χρηματοπιστωτική κρίση και κρίση χρέους) στην Ελλάδα οι κατά κεφαλήν δαπάνες υγείας μειώθηκαν με ρυθμό 7,3% τον χρόνο, έναντι μέσης αύξησης 0,7% στην Ε.Ε. και στη συνέχεια, μεταξύ 2013 και 2019, αυξήθηκαν μόλις κατά 0,4% τον χρόνο, έναντι 3% στην Ε.Ε., 6,5% στην Ιταλία, αλλά και 7,8% στη Ρουμανία.

Η αντίδραση της κυβέρνησης στα στοιχεία του ΟΟΣΑ που επικαλέστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ βασίστηκε σε επιχειρήματα μεθοδολογίας: ο κ. Πέτσας υποστήριξε ότι συγκρίνονται ανόμοια πράγματα, γιατί τα στοιχεία για την Ελλάδα αφορούν το διάστημα μέχρι τον Ιούνιο, ενώ τα στοιχεία των άλλων χωρών της Ε.Ε. φτάνουν μέχρι τον Σεπτέμβριο. Βεβαίως, ακόμη κι αν ισχύει, το ότι δεν ενημερώνει έγκυρα και έγκαιρα τους διεθνείς οργανισμούς η κυβέρνηση είναι συνιστώσα της χαοτικής πολιτικής της και της απώλειας ελέγχου της κατάστασης, επομένως δεν είναι και τόσο ευφυές να το επικαλείται.

Ωστόσο, πέραν των στοιχείων του ΟΟΣΑ, η πιο επικαιροποιημένη και αποκαλυπτική για την υποχρηματοδότηση της δημόσιας Υγείας κυβερνητική ομολογία είναι ο προϋπολογισμός που κατατέθηκε την Παρασκευή και θα ψηφιστεί τον επόμενο μήνα.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, οι δαπάνες του υπουργείου Υγείας όχι μόνο δεν πρόκειται να ενισχυθούν, αλλά θα μειωθούν σε σχέση με αυτές του 2020. Από τα 4,8 δισ. ευρώ της τρέχουσας χρονιάς -από τα οποία 523 εκατ. ήταν πρόσθετοι πόροι κατά της πανδημίας και στα οποία πρέπει να προστεθούν και 263 εκατ. που δόθηκαν ως επιχορήγηση στον ΕΟΠΥΥ για να καλυφθεί η μείωση εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές λόγω πανδημίας- οι δαπάνες για την Υγεία μειώνονται το 2021 στα 4,25 δισ., από τα οποία μόλις 131 εκατ. υπολογίζονται ως πρόσθετοι πόροι για την πανδημία. Πρακτικά, πρόκειται για μια μείωση 16% που έρχεται σε κραυγαλέα αντίθεση με τις μακάβριες εικόνες στα νοσοκομεία και τις αγωνιώδεις εκκλήσεις γιατρών και νοσηλευτών.

Στον αντίποδα αυτής της δαρβινικής έμπνευσης επιλογής βρίσκεται η πρόβλεψη για τις αμυντικές δαπάνες, τις μόνες θεαματικά ευνοημένες λόγω εξοπλισμών και δεσμεύσεων για αγορές συστημάτων από ΗΠΑ και Γαλλία, κυρίως. Από 3,8 δισ. ευρώ φέτος, ο προϋπολογισμός του υπουργείου Αμυνας εκτοξεύεται το 2021 στα 5,4 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε αύξηση 30%.

Ασφαλιστικό

Στην ίδια αντίληψη κινούνται και οι δαπάνες του υπουργείου Εργασίας, που από 24,7 δισ. ευρώ της φετινής χρονιάς μειώνονται στα 22,6 δισ. φέτος, κι αυτό παρά τις διαλαλούμενες από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου αυξήσεις συντάξεων, αλλά και τις μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, που θα προκαλέσουν αντίστοιχη μείωση στα έσοδα των Ταμείων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα περίπου 3 δισ. ευρώ που δαπανήθηκαν φέτος για τις έκτακτες ανάγκες που προκάλεσαν η πανδημία και τα λοκντάουν (για τις αναστολές συμβάσεων εργασίας, τις παρατάσεις των επιδομάτων ανεργίας, τα έκτακτα επιδόματα κ.λπ.), για το 2021 προβλέπονται 2,4 δισ. έκτακτες παρεμβάσεις λόγω της πανδημίας στην απασχόληση και την κοινωνική ασφάλιση.

Αυτό άλλωστε είναι το γενικότερο πρόβλημα αυτού του προϋπολογισμού. Η αβυσσαλέα αναντιστοιχία ανάμεσα στο βάθος της ύφεσης στην οικονομία και στη ζημιά που έχει προκαλέσει η πανδημία στην απασχόληση, στα εισοδήματα, στους τζίρους των επιχειρήσεων και τους πόρους που προϋπολογίζονται για την επούλωση των πληγών. Είναι τουλάχιστον παράδοξο να πιστεύει η κυβέρνηση ότι, τη στιγμή που με τα σχεδόν 24 δισ. έκτακτων παρεμβάσεων που -με τους δικούς της υπολογισμούς- έκανε φέτος δεν κατάφερε να περιορίσει την ύφεση κάτω από το 10,5% του ΑΕΠ, με λιγότερο από 1/3, μόλις 7,3 δισ. ευρώ κονδύλια για δράσεις κατά της πανδημίας και των παρενεργειών της, θα πετύχει ανάπτυξη 5%.

Προφανώς, πέρα από τις ιδεολογικές εμμονές και τις κοινωνικές προτεραιότητές της -για τις οποίες θα μάθουμε αρκετά περισσότερα σήμερα με τη δημοσιοποίηση του αναπτυξιακού σχεδίου της επιτροπής Πισσαρίδη-, η κυβέρνηση επενδύει πολλά στους ευρωπαϊκούς πόρους που θεωρητικά θα εισρεύσουν εντός του 2021, εφόσον υπάρξει εγκαίρως συμφωνία για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό 2021-2022 και το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ. Πολλές δράσεις ενίσχυσης του ΕΣΥ ή της απασχόλησης υποτίθεται ότι προσδοκά να τις καλύψει με ευρωπαϊκά κονδύλια, προκειμένου να συγκρατήσει στο ελάχιστο δυνατό τις δαπάνες του προϋπολογισμού. Ομως, από το μεν Ταμείο Ανάκαμψης υπολογίζει το 2021 μόλις 2,6 δισ. ευρώ, ενώ συνολικά οι ευρωπαϊκοί πόροι που θα μπουν στο δημόσιο ταμείο δεν θα ξεπεράσουν τα 3,9 δισ. ευρώ...

Γιάννης Κιμπουρόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου