Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

Μολυσματικές ασθένειες: Μύθοι και Γρίφοι

Του Βασίλη Λύκου*
Οι προβολές του ανθρώπινου πληθυσμού, σε πρόσφατη έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, εκτιμούν ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φτάσει στα 9,6 δισεκατομμύρια ανθρώπους μέχρι τα μέσα του αιώνα και 11 δισεκατομμύρια μέχρι το 2100. Η αλματώδης αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού, η αλληλεπίδρασή του με την άγρια πανίδα και τα οικοσυστήματά τους καθώς και η αύξηση του διεθνούς εμπορίου και των μεταφορών είναι όλοι παράγοντες που πιθανόν θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο η ανθρωπότητα ασχολείται με την πρόληψη και τη θεραπεία επιδημιών, λένε οι ειδικοί. Στην πραγματικότητα η άνευ προηγουμένου, αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού, κατά το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα, που εκτοξεύθηκε από τα 2,5 δις. στα 6 δις. μπορεί να έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει τον τρόπο εμφάνισης των μολυσματικών ασθενειών.

Σύμφωνα με μια έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, φαίνεται ότι υπάρχει μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του κινδύνου πανδημίας και της πυκνότητας του ανθρώπινου πληθυσμού. Εξετάζοντας τα σύγχρονα κρούσματα από τα μέσα του 20ού αιώνα, διαπιστώθηκε ότι ο ρυθμός εμφάνισης ασθενειών, που προκαλούνται από παθογόνους νέους μικροοργανισμούς στον άνθρωπο, έχει αυξηθεί σημαντικά με το χρόνο, παρά την πρόοδο της επιστήμης στην πρόληψη και τις τεχνικές διάγνωσης και παρακολούθησης. Περισσότερα από 300 νέα μολυσματικά νοσήματα εμφανίστηκαν μεταξύ του 1940 και του 2004, σύμφωνα με τη μελέτη. Ορισμένες από αυτές τις ασθένειες προκλήθηκαν από παθογόνους παράγοντες – ιογενείς της άγριας ορνιθοπανίδας, που έχουν μεταπηδήσει σε οικόσιτα ζωικά είδη και τελικά στον άνθρωπο όπως για παράδειγμα, ο ιός του Δυτικού Νείλου, ο κορωναϊός του SARS και ο ιός HIV. Ενώ άλλες προκλήθηκαν από μια νέα παραλλαγή ενός παθογόνου ιού, που εξελίχθηκε για να αναχαιτίσει τα διαθέσιμα φάρμακα π.χ. κατά της φυματίωσης και της ελονοσίας, αυξάνοντας την ανθεκτικότητά του σε αυτά.
Ορισμένοι παθογόνοι οργανισμοί δεν είναι καινούργιοι στον άνθρωπο αλλά η «επανεμφάνισή» τους αυξήθηκε δραματικά, κυρίως λόγω των αλλαγών που επέφεραν οι άνθρωποι σε παρθένα οικοσυστήματά – οικοτύπους ειδών άγριας ορνιθοπανίδας,  η οποία φέρει αυτά τα παθογόνα και που συνήθως δεν είναι μολυσματικά για την ίδια. Δηλαδή οι άνθρωποι λόγω υπερπληθυσμού και ανάγκης για εξοχική κατοικία διείσδυσαν με «τεχνητά» περιβάλλοντα εκεί όπου μέχρι πρότινος έβριθε η βιοποικιλότητα σε παρθένα οικοσυστήματα.  Επιπλέον εγκατέστησαν εκεί φάρμες οικόσιτων ζώων όπως π.χ. γουρούνια ή βοοειδή οπότε τα βακτήρια και οι ιοί της άγριας πανίδας (που μόνο ελάχιστα έχουμε ταυτοποιήσει) μεταπήδησαν μέσω αυτών των ζώων στον άνθρωπο, προκαλώντας επιδημίες και εν δυνάμει, λόγου του σύγχρονου τρόπου ζωής (αερομεταφορές – εκμηδενισμός των αποστάσεων, μεταφορά μέσω προϊόντων και βιομάζας και μαζί τους παθογόνων μικοοργανισμών χωρίς ανταγωνιστές στα νέα περιβάλλοντα), σε πανδημίες. Ωστόσο έχει βρεθεί ότι περισσότερο από το 70% των νέων λοιμώξεων – γνωστές ως «ζωονοσογόνες» ασθένειες – προκλήθηκαν από παθογόνους παράγοντες που προέρχονται από τα άγρια ζώα. Για παράδειγμα ο ιός Nipah, που προκαλεί φλεγμονή του εγκεφάλου και ξεκίνησε το 1999 στο Perak της Μαλαισίας ή ο κορωναϊός του SARS, που πρώτα μόλυνε έναν αγρότη, εντοπίζονται και οι δύο στους ιούς των νυχτερίδων δηλαδή είναι μεταλλαγμένα στελέχη που διαφέρουν σε κάποια γονίδια από τα αρχικά.
Σήμερα οι ερευνητές μελετούν τους τρόπους ταχύτερης ταυτοποίησης των ιών, έτσι ώστε τα εμβόλια να αναπτυχθούν νωρίς στη διαδικασία εντοπισμού και οι επιστήμονες προσπαθούν να κατανοήσουν τις πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ του ανθρώπου και του περιβάλλοντος οικοσυστήματος για να εντοπίσουν τα σημερινά εξερχόμενα νοσήματα και να βρουν τον επόμενο αναδυόμενο ιό πριν βρει ανθρώπους. Όλα αυτά γίνονται σε μια προσπάθεια να έχουμε τις νέες δημιουργικές λύσεις που θα απέτρεπαν την γένεση πανδημιών σε έναν υπερκατοικημένο πλανήτη.
Με άλλα λόγια η προσπάθεια αυτή τη στιγμή έγκειται στον εντοπισμό νέων στελεχών που δύναται να προκαλέσουν πανδημία έχοντας από πριν κατασκευάσει ένα αποτελεσματικό εμβόλιο δεδομένου ότι η πλειοψηφία των επιθετικών αυτών στελεχών είναι παλαιότεροι παθογόνοι, μεταλλαγμένοι πια, ιοί. Μάλιστα, σύμφωνα με μελέτες, έχει διαπιστωθεί ότι οι νέοι ιοί είναι πιθανότερο να εμφανιστούν σε συγκεκριμένα μέρη του κόσμου. Η τροπική Αφρική, η Λατινική Αμερική και η Ασία είναι εν δυνάμει γενεσιουργές εστίες έκτακτης ανάγκης λόγω υψηλής βιοποικιλότητας αλλά και αυξανόμενης ανθρώπινης αλληλεπίδρασης εκεί με το περιβάλλον. Και εφόσον ξεκινήσουν από εκεί οι νέοι ιοί, μπορούν εύκολα να «αεροδιακομιστούν» οπουδήποτε στον πλανήτη…
Όμως, αλήθεια είναι σε θέση η ανθρωπότητα, σήμερα, να αντιμετωπίσει τέτοιες γενικευμένες ασύμμετρες απειλές, προστατεύοντας το μέλλον της; Η απάντηση είναι ότι ναι, μπορούμε να τα καταφέρουμε αλλά θα χρειαστούμε ένα ισχυρό σύστημα δημόσιας υγείας προκειμένου να ανταποκριθούμε στην πληθυσμιακή αύξηση, την αστικοποίηση, τη γήρανση του πληθυσμού, την «έκρηξη» των αερομεταφορών και κυρίως, στην ολοένα και εντονότερη αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων και άγριων ζώων, που προκαλούν νέες ασθένειες. Όμως πρέπει να κατανοήσουμε ότι το δημόσιο σύστημα υγείας δεν είναι κάτι δεδομένο και δεν μπορεί να λειτουργήσει αυτόματα χωρίς περισσότερους πόρους και ανθρώπινο δυναμικό. Αντ’ αυτού παρατηρούμε συνεχώς περικοπές των κονδυλίων, που διατίθενται για τη δημόσια υγεία σε όλα τα κράτη παγκοσμίως. Παρόλα αυτά ακόμη και υποχρηματοδοτούμενο, αυτό το δημόσιο αγαθό των κοινωνιών έχει καταφέρει να διαγνώσκει, να εντοπίζει και να παροπλίζει σχετικά σύντομα μολύνσεις, που εξαπλώνονται γρήγορα, με την ανάπτυξη μεθόδων, που μπορούν να ανιχνεύσουν γρήγορα τη μόλυνση ακόμη και  πριν καν ένα άτομο αρχίσει να εμφανίζει συμπτώματα. Σκεφτείτε μόνο ότι μόλις περίπου, δύο μήνες μετά την ανακοίνωση της πανδημίας γρίπης των χοίρων το 2009 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αναπτύχθηκαν εμβόλια και η παραγωγή τεράστιων ποσοτήτων αυτών ήταν σε εξέλιξη.
Από την άλλη μεριά σημαντικά βήματα πρέπει να γίνουν και στους τομείς της επιστήμης της περιβαλλοντικής διαχείρισης και της οικολογίας έτσι ώστε αφενός να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε τους ζωτικούς οικοτύπους της άγριας ζωής και αφετέρου να κατανοήσουμε την οικολογία των μολύνσεων μέσα από την αποκωδικοποίηση αυτής της συμβίωσης παθογόνων και μη μικροοργανισμών με αυτή καθαυτή την άγρια ζωή. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στη φύση ύστερα από τόσα χρόνια εξέλιξης, για κάθε «κλειδί» υπάρχει ταυτόχρονα και μια «κλειδαριά», μόνο γι αυτό, που ελέγχει την υπεραύξηση ειδών έναντι κάποιων άλλων…
Όμως τίποτε απ’ όλα τα παραπάνω δεν δύναται να συμβεί αν πρώτα απ’ όλα δεν αλλάξουμε το παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο, που ακολουθούμε έως τώρα, ως παγκόσμια κοινότητα. Αν δεν κατανοήσουμε ότι πρέπει να μάθουμε να ζούμε καταναλώνοντας λιγότερα, χρησιμοποιώντας ολοένα και πιο ελάχιστους φυσικούς πόρους με σεβασμό πάντα ως προς την αδιατάρακτη λειτουργία των οικοσυστημάτων που μας περιβάλλουν. Γιατί το μέλλον του πλανήτη δεν είναι συνυφασμένο απαραίτητα με το μέλλον της ανθρωπότητας και η γη θα συνεχίσει να υπάρχει και να εξελίσσεται ακόμη και χωρίς το ανθρώπινο είδος. Το θέμα είναι αν εμείς θέλουμε & μπορούμε να συνεχίσουμε ΜΑΖΙ της αυτό το υπέροχο, συναρπαστικό ταξίδι…
*Βασίλης Λύκος: Βιολόγος, Διδάκτωρ Ολοκληρωμένης Περιβαλλοντικής Διαχείρισης Πανεπιστημίου Κρήτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου