Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

Η Δημοκρατία δεν είναι προς πώληση



Αποτέλεσμα εικόνας για (Transnational Institute, FIAN International
 
Στις 27/11/2018 παρουσιάσθηκε στην Αθήνα (χώρος ΕΝΑΣΤΡΟΝ) από τους συντάκτες της (Transnational Institute, FIAN International και Αγροοικόπολις) η ελληνική προσπάθεια έκδοσης της έκθεσης «Η δημοκρατία δεν είναι προς πώληση: ο αγώνας για την κυριαρχία των τροφίμων στην εποχή της λιτότητας στην Ελλάδα». Η αγγλική έκδοση έχει παρουσιαστεί ήδη στις Βρυξέλλες.
Η Έκθεση παρουσιάζει τις συνέπειες της λιτότητας στην Ελλάδα, τα τελευταία οκτώ (8) χρόνια (τα τέσσερα-4 με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) και τον αγώνα για την Διατροφική Κυριαρχία στην Ελλάδα. Τα μέτρα λιτότητας οδήγησαν στην αύξηση της αγροτικής φτώχειας και της επισιτιστικής ανασφάλειας στην Ελλάδα και παραβίασαν το ανθρώπινο δικαίωμα στην τροφή.
Η εντύπωση του συντάκτη είναι ότι το 3ο Μνημόνιο (όπως λέγεται), το οποίο υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το «πλήρωσαν» κυρίως οι αγρότες, ενώ οι αστοί και κυρίως ο Δημόσιος Τομέας «προστατεύθηκαν» πολύ περισσότερο και ανορθόδοξα (ανήθικα …, αλλά προφανώς δεν υπάρχει ηθική όταν υπερισχύουν τα κομματικά κριτήρια και όχι το κοινό καλό της ανύπαρκτης κοινωνίας …).
Ο αγώνας για διατροφική κυριαρχία στην Ελλάδα την εποχή της λιτότητας, με συγγραφείς (με αλφαβητική σειρά), τους: Λεωνίδα Βατικιώτη, Πιέτζε Βέρβεστ, Τζέννυ Γκιουγκή, Σύλβια Κέη, Χαράλαμπο Κωνσταντινίδη, Έμιλυ Μαθάισεν, Στέφαν Μπακς, Χριστίνα Σακαλή & Ειρήνη-Εριφύλη Τζέκου, εξετάζει τις επιπτώσεις της λιτότητας στην Ελλάδα στο δικαίωμα στην τροφή. Καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το ελληνικό κράτος και τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης παραβίασαν το δικαίωμα του ελληνικού λαού στην τροφή ως αποτέλεσμα των μέτρων λιτότητας που απαιτήθηκαν από τα τρία Μνημόνια Κατανόησης (2010, 2012 και 2015). Με άλλα λόγια, τα πακέτα λιτότητας που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα αντέβαιναν στο διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων … (πάρα πολύ σοβαρή κατηγορία, που επισύρει πιθανόν διεκδικήσεις και ποινικές ευθύνες των, χωρίς πτυχία και περγαμηνές ή ψευδώς ισχυριζόμενων, πολιτικών, που έχουν εμπλακεί).
Η Έκθεση «Η Δημοκρατία δεν είναι προς πώληση» εξετάζει τις επιπτώσεις της λιτότητας στους παραγωγούς τροφίμων και τις καταναλωτικές/συνεταιριστικές πρωτοβουλίες όσο και τις κοινωνικές συνέπειες στον ελληνικό πληθυσμό γενικά. Και εδώ δεν είναι άμοιρο το γεγονός ότι οι αγρότες οδηγήθηκαν στην «σφαγή» με τυμπανοκρουσίες της μορφής:
1.    Αυξήθηκε η αγροτική απασχόληση (ως στατιστικό ποσοστό επί της συνολικής απασχόλησης, που όμως μειώθηκε συνολικά δραματικά).
2.    Καταγράφεται επιστροφή στα χωριά και έντονη επιθυμία επιστροφής (με ψευδείς έρευνες …)
3.    Εξυγιαίνεται το αγροτικό συνεργατικό κίνημα, με αλλεπάλληλα νομοθετήματα, που τελικά έσπασαν την άρρωστη ραχοκοκαλιά του αγροτικού συνεργατισμού και «γέννησαν» δύο-τρία περίεργα σχήματα και σήμερα περιμένουμε πάλι από την «εξουσία» να ξανανομοθετήσει για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς … και
4.    Θεσμοθετείται ισχυρή συνδικαλιστική αγροτική εκπροσώπηση, που όμως μέχρι σήμερα έχει απλά επιτρέψει νόθα, υβριδικά ή κομματικά σχήματα, χωρίς δημοκρατική εκπροσώπηση (εκλογές) να παρουσιάζονται και να λένε ότι εκπροσωπούν τους αγρότες …
Εστιάζοντας στο ανθρώπινο δικαίωμα στην τροφή, η Έκθεση «Η Δημοκρατία δεν είναι προς πώληση» τονίζει τον αντίκτυπο της ελληνικής οικονομικής κρίσης που άγγιξε κάθε πτυχή στη ζωή των ανθρώπων. Η έμφαση στους παραγωγούς τροφίμων και τις αγροτικές περιοχές εφιστά επίσης την προσοχή σε μια πτυχή της ελληνικής κρίσης που συχνά παραβλέπεται, καθώς αυτοί οι τομείς και αυτές οι περιοχές συχνά δεν έχουν φωνή και αναγνώριση στην εθνική πολιτική και τη λήψη αποφάσεων.
Για πολλοστή φορά επισημαίνεται ότι οι αστοί έχουν στήσει ένα παιχνίδι από το οποίο απουσιάζουν πλήρως οι αγροτικές κοινωνίες, και απλά μερικοί «πουλημένοι» ή «εξαγορασμένοι», κατά δήλωση, δημοσιοβίωτοι «αγρότες», «παίζουν» και «εξαπατούν» τον αγροτικό κόσμο για προσωπικά ή κομματικά οφέλη, και τελικά από ότι δείχνει με στοιχεία η Έκθεση έβλαψαν σοβαρά την ελληνική κοινωνία και υπονόμευσαν το μέλλον της …
Τα ευρήματα είναι βασισμένα σε ποιοτικές συνεντεύξεις και πρωτογενή έρευνα πεδίου που συμπληρώνονται από πρόσθετες συνεντεύξεις (συμπεριλαμβανομένων υψηλόβαθμων κρατικών αξιωματούχων) καθώς και μακροοικονομική ανάλυση δεδομένων και βιβλιογραφική επισκόπηση κρίσιμων κειμένων.
Ανάμεσα στα ευρήματα της έρευνας «αλιεύουμε»:
·       Τα μέτρα λιτότητας αύξησαν την φτώχεια στην ύπαιθρο και την επισιτιστική ανασφάλεια.
·       Εκτιμάται ότι το 38,9 % των πολιτών της υπαίθρου στην Ελλάδα το 2017 βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας.
·       Η ανεργία στην ύπαιθρο εκτοξεύθηκε από το 7% το 2008 στο 25% το 2013 ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα στην ύπαιθρο μειώθηκε κατά 23,5% κατά τη διάρκεια της κρίσης (2008–2013).
·       Η επισιτιστική ανασφάλεια σε όλη την ελληνική επικράτεια επίσης αυξήθηκε – με τις τιμές των τροφίμων να αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς από τις τιμές στην Ευρωζώνη την περίοδο της κρίσης, παρά την απότομη πτώση στα εγχώρια εισοδήματα και τα εργατικά κόστη. Αυτό οδήγησε σε μία μείωση της συνολικής δαπάνης για τρόφιμα σε απόλυτους όρους, αλλά σε μία αύξησή της ως ποσοστού στη συνολική μηνιαία δαπάνη, από 16,4% το 2008 σε 20,7% το 2016.
·       Το ποσοστό των νοικοκυριών που δεν μπορεί να αποκτήσει ένα γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι (ή χορτοφαγικό ισοδύναμο) κάθε δεύτερη μέρα, για παράδειγμα, διπλασιάστηκε την περίοδο της κρίσης από 7% περίπου το 2008 σε περισσότερο από 14% το 2016.
·       Το μερίδιο των νοικοκυριών με παιδιά που αδυνατεί να αποκτήσει ένα πρωτεϊνούχο γεύμα σε καθημερινή βάση διπλασιάστηκε από 4,7% το 2009 σε 8,9% το 2014. Τα στατιστικά της ΕΕ εκτιμούν ότι 40,5% των παιδιών το 2016 αντιμετώπισαν υλική και κοινωνική στέρηση.
·       Σε γενικές γραμμές, η κρίση επέφερε μια αξιοσημείωτη αλλαγή στα πρότυπα κατανάλωσης, με την υποκατάσταση τροφίμων υψηλότερου κόστους από περισσότερα φθηνά τρόφιμα
·       Η γεωργία στην Ελλάδα παραμένει ένα σημαντικό μέρος της οικονομίας, αποτελώντας σχεδόν το 4% του ΑΕΠ της χώρας (υπερδιπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ) και παρέχοντας 12% της εγχώριας απασχόλησης το 2016. Ωστόσο βρίσκεται σε κατάσταση υποχώρησης από τις αρχές του 1980. Η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1981 και αργότερα στην ΕΕ – και την Κοινή Αγροτική Πολιτική – εξέθεσε τους Έλληνες μικροπαραγωγούς σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Έτσι, το ελληνικό αγροδιατροφικό σύστημα πριν από την κρίση κατέστη ευάλωτο στις ακόλουθες αλλαγές :
·       Μια σταθερή πτώση της εγχώριας γεωργικής παραγωγής και μια αυξανόμενη εξάρτηση από τις εισαγωγές τροφίμων που οδήγησαν σε αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο τροφίμων. Από το τέλος του 1980 μέχρι τις αρχές της κρίσης το 2008, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου τροφίμων συχνά υπερέβαινε το 1% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) ενώ την περίοδο 2005–2011, οι εισαγωγές αντιστοιχούσαν στο 40% περίπου της εγχώριας κατανάλωσης.
·       Αυξανόμενη εξάρτηση από επιδοτήσεις, οι οποίες αυξήθηκαν ως ποσοστό της καθαρής προστιθέμενης αξίας στη γεωργία, από το 23% το 1993 στο 81% το 2008.
·       Έναν αναπτυσσόμενο κλάδο σούπερ μάρκετ, ο οποίος ενέτεινε τις μονοπωλιακές συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί και οι καταναλωτές αντίστοιχα.
Αυτές οι τάσεις υπονόμευσαν την διατροφική κυριαρχία στην Ελλάδα, μετατρέποντας την χώρα από καθαρό εξαγωγέα σε καθαρό εισαγωγέα τροφίμων. Επιπροσθέτως, τα τρία Μνημόνια (2010, 2012 και 2015), αντί να επανορθώσουν τις αδυναμίες που υπήρχαν, επιτάχυναν τις παραπάνω τάσεις. Η εξέταση των διαρθρωτικών απαιτήσεων των τριών μνημονίων καταδεικνύει ένα σκόπιμο ιδεολογικό σχέδιο μετασχηματισμού του Κράτους και αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας προς όφελος συγκεκριμένων τομέων του κεφαλαίου, όπως μεγάλες (πολυ)εθνικές αλυσίδες σούπερ μάρκετ. Η κρίση προσέφερε τα μέσα για την επίτευξη αυτού. Αλλά θα επανέλθουμε με ανάλυση σημείων της πολύ σημαντικής έκθεσης «Η Δημοκρατία δεν είναι προς πώληση». Σύντομη περίληψη βρίσκεται στο https://www.tni.org/files/publication-downloads/tni_democracy-not-for-sale_greece_executivesummary.pdf.
Σε άλλη έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας (ΙΝΕ ΓΣΕΕ. 25/10/2018) οι χαμηλότερες αποδοχές εμφανίζονται στον κλάδο της γεωργίας (607€), μετά οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό (668€) και οι διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (674€). Οι υψηλότερες μηνιαίες αποδοχές είναι στην ηλεκτρική ενέργεια (1.237€), μετά οι τράπεζες-ασφάλειες (1.151€), τα ορυχεία (1.140€) και η δημόσια διοίκηση & άμυνα (1.101€). Γενικά το 50% έχει μισθό μικρότερο από 830€ και μόνο το 10% παίρνει πάνω από 1.300€.
Βλέπουμε με αγανάκτηση ότι οι παραγωγοί πραγματικού πλούτου στην πατρίδα μας δεν συγκρατούν καθόλου πλούτο, και οι πλούσιοι βρίσκονται στην μεταποίηση και τις υπηρεσίες (με τις υπηρεσίες να εισπράττουν την «μερίδα του λέοντος», … ίσως διότι αποτελούν την προνομιακή εκλογική πελατεία του κυβερνώντος κόμματος ….)

Δημήτριος Μιχαηλίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου