Η ημέρα της Μεγάλης Παρασκευής είναι μια από τις πλέον χαρακτηριστικές του Εκκλησιαστικού έτους, με τις ακολουθίες της το λειτουργικό και υμνογραφικό πλούτο της. Το βράδυ, από άκρη σε άκρη της γης, οι Έλληνες, οι Ορθόδοξοι, ψάλλουν το «Ω γλυκύ μου έαρ», καθώς το πένθος κορυφώνεται. Κρατώντας αναμμένα κεριά, ακολουθούν τις περιφορές των Επιταφίων, που είναι στολισμένοι με πολύχρωμα λουλούδια.
Είναι μέρα απόλυτου πένθους για όλη την Χριστιανοσύνη, απόλυτης αργίας και νηστείας. Είναι η μέρα που γίνεται η κορύφωση του Θείου Δράματος, όπου κορυφώνονται τα Πάθη του Χριστού και γίνεται η σταύρωση του Χριστού το ξημέρωμα της ίδιας μέρας, για να ακολουθήσει η Ανάσταση και το Πάσχα.
Στην αρχή ψάλλονται οι Μεγάλες Ώρες, που περιέχουν ψαλμούς, τροπάρια, Αποστόλους, Ευαγγέλια και Ευχές. Στη συνέχεια ψάλλεται ο Εσπερινός της Μεγάλης Παρασκευής και γίνεται η Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου. Ακολούθως, τοποθετείται στο Ιερό Κουβούκλιο ένα ύφασμα, πάνω στο οποίο έχει κεντηθεί ή ζωγραφιστεί ο Κύριος, νεκρός. Το ύφασμα αυτό λέγεται Επιτάφιος.
Το βράδυ της ίδιας ημέρας ψάλλεται ο όρθρος του Μεγάλου Σαββάτου και η υμνολογία είναι σχετική με την ταφή του Κυρίου από τους Ιωσήφ και Νικόδημο και την κάθοδο της ψυχής Του στα σκοτεινά βασίλεια του Άδη. Σχετικά τα τροπάρια: «Ο ευσχήμων Ιωσήφ…», και «Ότε κατήλθες προς τον θάνατον…».
Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας ψάλλονται σε τρεις στάσεις (μέρη) τα λεγόμενα Εγκώμια, μικρά τροπάρια πολύ αγαπητά στο λαό, αγνώστου ποιητή. Τα πιο γνωστά είναι: «Η ζωή εν τάφω…», «Άξιον εστί μεγαλύνειν…», «Αι γενεαί πάσαι…» και «Ω γλυκύ μου Έαρ…». Στη συνέχεια γίνεται η Περιφορά του Επιταφίου.
Μετά την επάνοδο του Επιταφίου στην εκκλησία διαβάζεται περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ματθαίου: «Αρχιερείς και Φαρισαίοι πηγαίνουν στον Πόντιο Πιλάτο και του ζητούν να σφραγίσουν τον τάφο, επειδή θυμούνται ότι ο Κύριος σε μία αποστροφή των λόγων του είχε πει ότι σε τρεις μέρες θα αναστηθεί. Ο Πιλάτος τους δίνει την άδεια».
Εκείνη την ημέρα επιτελούμε τα σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τις ύβρεις, τους γέλωτας, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην και προπάντων τον Σταυρόν και τον Θάνατον, τα οποία για χάρη μας εκουσίως καταδέχτηκε να πάθει ο Κύριος.
Θυμόμαστε και τη σωτήρια πάνω στον σταυρό ομολογία του ευγνώμονα ληστή, που σταυρώθηκε μαζί με τον Κύριο. «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔρθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου», ομολόγησε βαθιά μετανιωμένος, την ώρα που όλοι Τον περιγελούσαν ή Τον αρνούνταν και ο Κύριος τον βεβαίωσε ότι θα ήταν σε λίγο μαζί Του πρώτος στον Παράδεισο!
Εκείνος, αφού συγχώρεσε και τους σταυρωτές του, φρόντισε και για την Παναγία Μητέρα Του, αναθέτοντάς την στον αγαπημένο Του μαθητή, Ιωάννη, ολοκλήρωσε πια το έργο Του πάνω στη Γη: «Τετέλεσται», είπε και ο Αθάνατος καταδέχτηκε τον θάνατο, για να μας χαρίσει και το πολυτιμότερο δώρο: την ανάστασή μας και την αιώνια ζωή.
Σε μας μένει να δεχτούμε τη θυσία Του, να τον αγαπήσουμε, να βαδίσουμε μαζί Του τον δρόμο που βάδισε Εκείνος τηρώντας τις εντολές που μας άφησε, για να φτάσουμε κι εμείς στο τέλος να απολαύσουμε τα πλούσια δώρα που μας χαρίζει η αγάπη και η θυσία Του.
Τα γεγονότα της Μεγάλης Παρασκευής
O Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο, αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.
Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σα σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή. Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον νόμο, ο πασχαλινός αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προτυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό, πρίν από 1043 χρόνια.
Το δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτή αίμα και νερό. Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.
Η Αποκαθήλωση
Στην εκκλησία δεν γίνεται Θεία Λειτουργία. Το πρωί, στον Εσπερινό, γίνεται η Αποκαθήλωση (κατεβαίνει το σώμα του Χριστού από τον Σταυρό) και βγαίνει ο Επιτάφιος. Οι πιστοί προσκυνούν το Ευαγγέλιο πρώτα και τον Επιτάφιο. (Ο Επιτάφιος είναι ειδικό ύφασμα, πάνω στο οποίο είναι κεντημένο ή ζωγραφισμένο το άχραντο Σώμα του Χριστού και τα πρόσωπα που φρόντισαν για την Αποκαθήλωση και την Ταφή Του).
Το βράδυ γίνεται περιφορά του Επιταφίου (η κηδεία και η ταφή, σαν να λέμε, του Χριστού) και ψάλλονται τα Εγκώμια του Επιταφίου Θρήνου σε τρεις στάσεις: (« Ἡ Ζωή ἐν τάφῳ…», «Αἱ γεννεαί πᾶσαι…» , «Ἀξιον ἐστί…»). Επιστρέφοντας και μπαίνοντας στον ναό, περνάμε όλοι κάτω από τον Επιτάφιο, για να ευλογηθούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου