Προεκλογικά, ο πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης υποσχόταν ανάπτυξη 4%. Ή μάλλον επί μια τριετία. Μετά τις εκλογές ξέχασε το 4% και υποχώρησε στο 3% και τελικά κατέθεσε προσχέδιο προϋπολογισμού όπου προσγειώνεται στο 2,8% ανάπτυξη για το 2020. Αλλά ακόμα και αυτή η πρόβλεψη είναι υπεραισιόδοξη, καθώς μόνο η ελληνική κυβέρνηση υιοθετεί μια τέτοια πρόβλεψη σε διεθνές επίπεδο. Οι μηχανικοί το ονομάζουν «reverse engineering», καθότι φαίνεται πως η κυβέρνηση έθεσε έναν στόχο εξαρχής και κατόπιν προσπάθησε να... πειράξει τους υπόλοιπους αριθμούς (βλ. έσοδα κ.λπ.), ούτως ώστε να προκύψει ο συγκεκριμένος στόχος της αύξησης του ελληνικού ΑΕΠ.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας εκτίμησε ότι η τρέχουσα χρονιά θα κλείσει με ανάπτυξη κοντά στο 2%. «Θα θέλαμε περισσότερο, το οποίο θα επηρέαζε και το 2020, αλλά δυστυχώς βρήκαμε μια ελληνική οικονομία να σέρνεται», πρόσθεσε, δείχνοντας με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι δεν πιστεύει την πρόβλεψη την οποία έχει εγγράψει ο ίδιος εντός του προσχεδίου του προϋπολογισμού. Μάλιστα, ο ίδιος συμπλήρωσε πως όλοι συνομολογούν ότι το 2020 θα είναι καλύτερο του 2019. Φυσικά, το παραπάνω δεν σημαίνει ότι θα πιαστεί ο στόχος.
Οι διεθνείς εξελίξεις
Άλλωστε και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού υπάρχει αναφορά για τις διεθνείς εξελίξεις και το πώς θα επηρεάσουν την παγκόσμια οικονομία. Σε αυτό το κείμενο αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Η πρόβλεψη για επιτάχυνση της παγκόσμιας οικονομικής μεγέθυνσης το 2020 αποτελεί συνισταμένη πολλών παραγόντων, μεταξύ των οποίων το υποστηρικτικό κλίμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η συνεχιζόμενη εξασθένηση των παροδικών δυσμενών επιδράσεων κυρίως στην Ευρωζώνη, η σταθεροποίηση ή άνοδος των ρυθμών μεγέθυνσης ορισμένων υπό πίεση αναπτυσσόμενων οικονομιών (όπως η Αργεντινή και η Τουρκία) και η αποφυγή κατάρρευσης οικονομιών όπως το Ιράν και η Βενεζουέλα. Σε κάθε περίπτωση, η προβλεπόμενη άνοδος του ρυθμού ανάπτυξης το 2020 στο μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον προϋποθέτει την άμβλυνση των κινδύνων που περιβάλλουν την παγκόσμια οικονομία (όπως εμπορικές εντάσεις, γεωπολιτικές εντάσεις με πιθανές επιπτώσεις στις τιμές του πετρελαίου και άτακτο Brexit)».
Ιδιαίτερη ανησυχία για τον κίνδυνο νέα παγκόσμιας ύφεσης εξέφρασε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, προειδοποιώντας ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να σηκώσει από μόνη της το βάρος της άμυνας απέναντι σε μια νέα κρίση. Το παραπάνω δημιουργεί επιπλέον ερωτηματικά και για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, καθότι ο κώδωνας κινδύνου προέρχεται από φιλικό προς την κυβέρνηση πρόσωπο. Ο κ. Στουρνάρας προσέθεσε ότι θα πρέπει να αναλάβει ρόλο η δημοσιονομική πολιτική σε χώρες που διαθέτουν επαρκή δημοσιονομικό χώρο ή και εντόνως πλεονασματικά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών.
Πολύ περισσότερο με την έννοια ότι πολλές από τις νέες προκλήσεις εγείρουν ευρύτερα πολιτικά, θεσμικά, κοινωνικά και ιδεολογικά ζητήματα, τα οποία ξεπερνούν τις αρμοδιότητες και τις δεξιότητες των οικονομολόγων. Από εκεί και πέρα, ο ίδιος τόνισε πως η αβεβαιότητα στις σχέσεις της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι γεωπολιτικές ανησυχίες στη Μέση Ανατολή, η παράταση του εμπορικού πολέμου και οι ανακατατάξεις που επιφέρει στις ασιατικές οικονομίες αποτελούν μερικές από τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η διεθνής οικονομία, εντείνοντας τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο νέας ύφεσης.
Αμφιβολίες εκ Βρυξελλών
Την ίδια ώρα, και οι Βρυξέλλες φαίνεται να θεωρούν ανέφικτο τον στόχο αυτό, με βάση το υφιστάμενο αρνητικό διεθνές οικονομικό σκηνικό. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί τοποθετούν αισθητά χαμηλότερα τον πήχη της ανάκαμψης για τον επόμενο χρόνο, μόλις στο 2,3%, όσο δηλαδή ήταν η πρόβλεψη του ΣΥΡΙΖΑ στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2019-2022.
Τόσο το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο όσο και το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή κρατούν αποστάσεις από αυτήν την πρόβλεψη, χαρακτηρίζοντας υπεραισιόδοξο τον στόχο για τον ρυθμό μεγέθυνσης που έχει τεθεί στον προϋπολογισμό του 2020. Όπως αναφέρει το δεύτερο, σε πραγματικούς όρους, ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2020 προβλέπεται διπλάσιος από εκείνον της Ευρωζώνης (2,8% έναντι 1,4%) και αρκετά υψηλότερος από τις αντίστοιχες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ. Η αύξηση αυτή οφείλεται, σύμφωνα με το προσχέδιο, στη θετική επίδραση των επεκτατικών παρεμβάσεων. Η υπόθεση αυτή είναι επί της αρχής ορθή, τουλάχιστον όσον αφορά τη ζήτηση. Ωστόσο, το εύρος της ενδέχεται να περιοριστεί εξαιτίας των αντισταθμιστικών παρεμβάσεων. Πρόσθετες πηγές κινδύνου για τον ρυθμό μεγέθυνσης προέρχονται από την επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας και από την κλιμάκωση της γεωπολιτικής έντασης.
Στο 2,2%, δηλαδή σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με την κυβερνητική πρόβλεψη για 2,8%, διατηρεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τον πήχη για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2020, όπως προκύπτει από την έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας (World Economic Outlook). Την ίδια πρόβλεψη είχε κάνει το ΔΝΤ τον περασμένο Μάρτιο.
Το βασικό ζήτημα σε σχέση με τους ακροβατισμούς της κυβέρνησης έχει να κάνει με το ότι ενδέχεται στο απώτερο μέλλον να αρχίσει να παίρνει πίσω μέρος των φοροελαφρύνσεων (ακόμη και αυτού του ταξικού χαρακτήρα), τις οποίες έχει εξαγγείλει ή να περικόψει δημόσιες δαπάνες (αν και προεκλογικά επιχειρηματολογούσε περί του αντιθέτου) που θα αφορούν τους κρίσιμους τομείς είτε της Παιδείας και της Υγείας είτε των δημοσίων επενδύσεων...
Γιάννης Αγουρίδης
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας εκτίμησε ότι η τρέχουσα χρονιά θα κλείσει με ανάπτυξη κοντά στο 2%. «Θα θέλαμε περισσότερο, το οποίο θα επηρέαζε και το 2020, αλλά δυστυχώς βρήκαμε μια ελληνική οικονομία να σέρνεται», πρόσθεσε, δείχνοντας με τον πλέον εμφατικό τρόπο ότι δεν πιστεύει την πρόβλεψη την οποία έχει εγγράψει ο ίδιος εντός του προσχεδίου του προϋπολογισμού. Μάλιστα, ο ίδιος συμπλήρωσε πως όλοι συνομολογούν ότι το 2020 θα είναι καλύτερο του 2019. Φυσικά, το παραπάνω δεν σημαίνει ότι θα πιαστεί ο στόχος.
Οι διεθνείς εξελίξεις
Άλλωστε και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού υπάρχει αναφορά για τις διεθνείς εξελίξεις και το πώς θα επηρεάσουν την παγκόσμια οικονομία. Σε αυτό το κείμενο αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Η πρόβλεψη για επιτάχυνση της παγκόσμιας οικονομικής μεγέθυνσης το 2020 αποτελεί συνισταμένη πολλών παραγόντων, μεταξύ των οποίων το υποστηρικτικό κλίμα στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η συνεχιζόμενη εξασθένηση των παροδικών δυσμενών επιδράσεων κυρίως στην Ευρωζώνη, η σταθεροποίηση ή άνοδος των ρυθμών μεγέθυνσης ορισμένων υπό πίεση αναπτυσσόμενων οικονομιών (όπως η Αργεντινή και η Τουρκία) και η αποφυγή κατάρρευσης οικονομιών όπως το Ιράν και η Βενεζουέλα. Σε κάθε περίπτωση, η προβλεπόμενη άνοδος του ρυθμού ανάπτυξης το 2020 στο μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον προϋποθέτει την άμβλυνση των κινδύνων που περιβάλλουν την παγκόσμια οικονομία (όπως εμπορικές εντάσεις, γεωπολιτικές εντάσεις με πιθανές επιπτώσεις στις τιμές του πετρελαίου και άτακτο Brexit)».
Ιδιαίτερη ανησυχία για τον κίνδυνο νέα παγκόσμιας ύφεσης εξέφρασε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, προειδοποιώντας ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να σηκώσει από μόνη της το βάρος της άμυνας απέναντι σε μια νέα κρίση. Το παραπάνω δημιουργεί επιπλέον ερωτηματικά και για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, καθότι ο κώδωνας κινδύνου προέρχεται από φιλικό προς την κυβέρνηση πρόσωπο. Ο κ. Στουρνάρας προσέθεσε ότι θα πρέπει να αναλάβει ρόλο η δημοσιονομική πολιτική σε χώρες που διαθέτουν επαρκή δημοσιονομικό χώρο ή και εντόνως πλεονασματικά ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών.
Πολύ περισσότερο με την έννοια ότι πολλές από τις νέες προκλήσεις εγείρουν ευρύτερα πολιτικά, θεσμικά, κοινωνικά και ιδεολογικά ζητήματα, τα οποία ξεπερνούν τις αρμοδιότητες και τις δεξιότητες των οικονομολόγων. Από εκεί και πέρα, ο ίδιος τόνισε πως η αβεβαιότητα στις σχέσεις της Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι γεωπολιτικές ανησυχίες στη Μέση Ανατολή, η παράταση του εμπορικού πολέμου και οι ανακατατάξεις που επιφέρει στις ασιατικές οικονομίες αποτελούν μερικές από τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η διεθνής οικονομία, εντείνοντας τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο νέας ύφεσης.
Αμφιβολίες εκ Βρυξελλών
Την ίδια ώρα, και οι Βρυξέλλες φαίνεται να θεωρούν ανέφικτο τον στόχο αυτό, με βάση το υφιστάμενο αρνητικό διεθνές οικονομικό σκηνικό. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί τοποθετούν αισθητά χαμηλότερα τον πήχη της ανάκαμψης για τον επόμενο χρόνο, μόλις στο 2,3%, όσο δηλαδή ήταν η πρόβλεψη του ΣΥΡΙΖΑ στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2019-2022.
Τόσο το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο όσο και το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή κρατούν αποστάσεις από αυτήν την πρόβλεψη, χαρακτηρίζοντας υπεραισιόδοξο τον στόχο για τον ρυθμό μεγέθυνσης που έχει τεθεί στον προϋπολογισμό του 2020. Όπως αναφέρει το δεύτερο, σε πραγματικούς όρους, ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2020 προβλέπεται διπλάσιος από εκείνον της Ευρωζώνης (2,8% έναντι 1,4%) και αρκετά υψηλότερος από τις αντίστοιχες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΔΝΤ. Η αύξηση αυτή οφείλεται, σύμφωνα με το προσχέδιο, στη θετική επίδραση των επεκτατικών παρεμβάσεων. Η υπόθεση αυτή είναι επί της αρχής ορθή, τουλάχιστον όσον αφορά τη ζήτηση. Ωστόσο, το εύρος της ενδέχεται να περιοριστεί εξαιτίας των αντισταθμιστικών παρεμβάσεων. Πρόσθετες πηγές κινδύνου για τον ρυθμό μεγέθυνσης προέρχονται από την επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας και από την κλιμάκωση της γεωπολιτικής έντασης.
Στο 2,2%, δηλαδή σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα συγκριτικά με την κυβερνητική πρόβλεψη για 2,8%, διατηρεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τον πήχη για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2020, όπως προκύπτει από την έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας (World Economic Outlook). Την ίδια πρόβλεψη είχε κάνει το ΔΝΤ τον περασμένο Μάρτιο.
Το βασικό ζήτημα σε σχέση με τους ακροβατισμούς της κυβέρνησης έχει να κάνει με το ότι ενδέχεται στο απώτερο μέλλον να αρχίσει να παίρνει πίσω μέρος των φοροελαφρύνσεων (ακόμη και αυτού του ταξικού χαρακτήρα), τις οποίες έχει εξαγγείλει ή να περικόψει δημόσιες δαπάνες (αν και προεκλογικά επιχειρηματολογούσε περί του αντιθέτου) που θα αφορούν τους κρίσιμους τομείς είτε της Παιδείας και της Υγείας είτε των δημοσίων επενδύσεων...
Γιάννης Αγουρίδης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου