Την εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν ο Σύλλογος Μικρασιατών Πιερίας και ο Οργανισμός Παιδείας Πολιτισμού Αθλητισμού & Πρόνοιας του Δήμου Κατερίνης παρακολούθησαν εκπρόσωποι τοπικών αρχών, φορέων, πλήθος μελών και φίλων του συλλόγου. Ομιλητής ήταν ο φιλόλογος Θοδωρής Κοντάρας, μελετητής του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ενώ παράλληλα προβλήθηκαν σπάνιες διαφάνειες και φωτογραφικό υλικό από το μικρασιατικό αρχείο του. Τον συγγραφέα προλόγισε ο ποιητής - φιλόλογος Αντώνης Κάλφας. Την ταυτότητα της εκδήλωσης παρουσίασε ο πρόεδρος του συλλόγου Γιάννης Βασιλειάδης. Τους χαιρετισμούς του Δημάρχου Κατερίνης Σάββα Χιονίδη μετέφερε ο πρόεδρος του ΟΠΠΑΠ, ο οποίος δώρισε στον ομιλητή μία συλλεκτική έκδοση με θέμα τον Όλυμπο και στον πρόεδρο του συλλόγου μετάλλιο με το έμβλημα των «ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΕΙΩΝ». Από την πλευρά του ο πρόεδρος του συλλόγου Μικρασιατών απένειμε στον κο Κοντάρα αναμνηστική πλακέτα. Την εκδήλωση επένδυσε μουσικά η χορωδία του Συλλόγου Μικρασιατών Πιερίας.
Όπως επισημάνθηκε μεταξύ άλλων από τον ομιλητή, Τα Κούλα, υπήρξαν μια σφριγηλή ελληνική κοινότητα ανάμεσα στη Σμύρνη και στο Ουσάκ, περίπου 150 χλμ. μακριά από τη θάλασσα. Πιθανολογείται ότι βρίσκονται στη θέση της βυζαντινής Κολόης, σπουδαίας επαρχιακής πόλης της Δυτικής Μικρασίας, που συνδέθηκε στενά με την ένδοξη Φιλαδέλφεια.
Χτισμένα στην αρχαία Φρυγία Κατακεκαυμένη, μια περιοχή απόκοσμη, ηφαιστιογενή, «μυδροπαγή, πυρίληπτον και τεφρώδη», κατά τον Στράβωνα, με πολλά θερμά νερά και φυτά, καθώς κι εντυπωσιακούς γεωλογικούς σχηματισμούς, τα Κούλα αναπτύχθηκαν από το 17ο αι. κυρίως χάρη στην ταπητουργία και τη βαφική, τέχνες στις οποίες διακρίθηκαν ιδιαιτέρως οι Έλληνες Κουλαλήδες, που ήξεραν τα μυστικά των φυτικών και γαιωδών ανεξίτηλων χρωμάτων και ύφαιναν καλά χαλιά, χαρακτηριστικού τύπου, γνωστά και περιζήτητα παγκοσμίως ως «τάπητες Κούλα».
Λίγο πριν από την Καταστροφή του 1922, στα Κούλα κατοικούσαν 9.500 Τούρκοι και 3.000 τουρκόφωνοι Έλληνες, που ασχολούνταν, εκτός από την υφαντική και τις μπογιές, με την αργυροχρυσοχοΐα, το εμπόριο και τις τέχνες. Παλαιότερα όμως οι Έλληνες ήταν πολύ περισσότεροι, μα από τα μέσα του 19ου αι. μετανάστευσαν στη Σμύρνη, επειδή παράκμασε η τοπική βαφική τέχνη, λόγω της μεγάλης διάδοσης των χημικών ευρωπαϊκών χρωμάτων.
Μάρτυρες της μεγάλης οικονομικής ακμής των Κούλων και της κορυφαίας παρουσίας των Ορθοδόξων είναι τα εκατοντάδες αιωνόβια σπίτια του, ελληνικά και τούρκικα, που θεωρούνται εξαιρετικά δείγματα οθωμανικής αρχιτεκτονικής του 18ου-19ου αι., αλλά και οι τρεις εκκλησιές, τα ωραία μεσαιωνικά τζαμιά, τα καραβάνσαράγια κι οιαραστάδες (αγορές) με τα δεκάδες εργαστήριά τους, ο βυζαντινός Εσκί Τσεσμές και τα λουτρά, οι περίτεχνες ταφόπλακες με τις συγκινητικές καραμανλίδικες επιγραφές και η φημισμένη άλλοτε σε όλη την περιφέρεια της Μητροπόλεως Φιλαδελφείας Λαμπίδειος Σχολή. Ολόκληρη η περιοχή των ελληνικών μαχαλάδων έχει κηρυχθεί σήμερα διατηρητέα και πολλά κτίρια αναπαλαιώνονται, όπως ο κομψός ναός της Παναγίας (1837) και το τεράστιο αρχοντικό κονάκι της οικογένειας Χατζημωυσόγλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου