Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2022

Δύση – Ρωσία: Τελευταία (;) ευκαιρία για τη διπλωματία ενώ πυκνώνουν τα «σύννεφα πολέμου»

https://www.kathimerini.gr/



Επισήμως, καμία από τις πλευρές που εμπλέκονται στην ουκρανική κρίση δεν φαίνεται να έχει μετακινηθεί σημαντικά από τις θέσεις που είχε προ μηνών, εβδομάδων, ημερών. Από τις θέσεις δηλαδή ακριβώς εκείνες που έχουν πια οδηγήσει τον μεταψυχροπολεμικό κόσμο στο χείλος ενός επαπειλούμενου (ψυχροπολεμικού χαρακτήρα) πολέμου.

Οι Αμερικανοί θεωρητικά επιμένουν (ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν με δηλώσεις του την Τετάρτη, 26 Ιανουαρίου) στην πολιτική ανοιχτών θυρών του ΝΑΤΟ, προς μεγάλη απογοήτευση των Ρώσων που θα ήθελαν να δουν την εν λόγω πολιτική να ακυρώνεται με την έγγραφη δέσμευση της άλλης πλευράς.

Αντικρουόμενες αξιώσεις 

Αλλά και οι Ρώσοι από τη μεριά τους δείχνουν να επιμένουν στην ανάγκη απόσυρσης όλων των νατοϊκών δυνάμεων από τις χώρες που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και έπειτα.

Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς το «μέγεθος» της ρωσικής απαίτησης, αρκεί να αναλογιστεί πως μιλάμε συγκεκριμένα για τη Βουλγαρία, την Αλβανία, την Κροατία, την Τσεχία, την Εσθονία, τη Ρουμανία, την Ουγγαρία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, το Μαυροβούνιο, τη Βόρεια Μακεδονία, την Πολωνία, την Σλοβακία και την Σλοβενία.

Αυτές είναι οι χώρες που εντάχθηκαν στη Βορειοατλαντική Συμμαχία μετά τα τέλη της δεκαετίας του 1990, και κάποιες από αυτές, όπως οι Βαλτικές για παράδειγμα, η Πολωνία και η Ρουμανία, βρίσκονται όντως κοντά στη Ρωσία ή σε χώρες ελεγχόμενες από τη Μόσχα όπως είναι για παράδειγμα η Λευκορωσία.

Θα μπορούσε άραγε να συναινέσει η Ουάσιγκτον στην «απονατοποίηση» των εν λόγω χωρών; Ακόμη και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, πράγμα μάλλον απίθανο, αυτό θα συνοδευόταν από άλλες παράπλευρες «απώλειες»: Θα προκαλούσε ντόμινο ενδονατοϊκών αντιδράσεων, θα έπληττε το ηγετικό προφίλ των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή, θα υπονόμευε το ίδιο το ΝΑΤΟ, θα άνοιγε ενδεχομένως και τις ορέξεις της Κίνας στα δικά της ανοιχτά μέτωπα με την Ταϊβάν, την Ιαπωνία, την Αυστραλία, την Ινδία κ.ά. Μιας Κίνας που ούτως ή άλλως γιγαντώνεται στρατιωτικά στον δρόμο προς το επετειακό 2049 και τη συμπλήρωση εκατό ετών από την ίδρυσή της.

Μικρά περιθώρια ελιγμών 

Για όλους αυτούς τους λόγους, λοιπόν, οι Αμερικανοί σε κάποια μέτωπα δεν μπορούν να κάνουν πίσω. Υπό αυτήν την έννοια, αποκτούν όμως νόημα και οι σημερινές (27 Ιανουαρίου) δηλώσεις του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών που καλωσόρισε μεν την (παραδοθείσα από από τον Αμερικανό πρέσβη στη Μόσχα Τζον Σάλιβαν) γραπτή αμερικανική απάντηση στα σχετικά με τις εγγυήσεις ασφαλείας ρωσικά αιτήματα, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι η Ουάσιγκτον δεν απαντά στις βασικές ανησυχίες της ρωσικής πλευράς.

Η απόσταση λοιπόν ανάμεσα στις δύο στρατόπεδα επί της ουσίας παραμένει. Όπως παράλληλα παραμένουν στις θέσεις τους και οι ένοπλες δυνάμεις: της Ρωσίας κοντά στα ουκρανικά σύνορα και στη Λευκορωσία όπου διεξάγονται στρατιωτικά γυμνάσια, αλλά και του ΝΑΤΟ στα άλλοτε εδάφη του Συμφώνου της Βαρσοβίας όπου οι Αμερικανοί (ο ίδιος ο Μπάιντεν στις 19 και 25 Ιανουαρίου) έχουν μάλιστα διαμηνύσει πως πρόκειται να στείλουν και άλλες, επιπλέον δυνάμεις συνολικά χιλιάδων ενόπλων εάν οι Ρώσοι κλιμακώσουν στρατιωτικά την ένταση στο Ουκρανικό.

Αμερικανοί και Βρετανοί έχουν ξεκαθαρίσει, βέβαια, πως δεν πρόκειται να στείλουν στρατεύματα εντός των ουκρανικών συνόρων, όπου όμως στέλνουν στρατιωτική βοήθεια (οπλικά συστήματα, πυρομαχικά κ.ά.). Η Ουκρανία άλλωστε δεν έχει ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και ως εκ τούτου δεν υπάγεται στο περί συλλογικής άμυνας Άρθρο 5 της Συμμαχίας, όπως επιμένει να υπενθυμίζει η ρωσική πλευρά. 

Απειλές κυρώσεων 

Παράλληλα, βέβαια, παραμένει στο τραπέζι εμφατική και η απειλή των κυρώσεων (SWIFT κ.ά.) που δείχνει μάλιστα και να ενισχύεται-εμπλουτίζεται όσο περνάει ο καιρός, επικοινωνιακά τουλάχιστον. Ενδεικτικές της εν λόγω ενίσχυσης: οι αμερικανικές δηλώσεις περί ενδεχόμενης στοχοποίησης προσωπικά του ιδίου του Ρώσου προέδρου Βλάντιμιρ Πούτιν εάν εκείνος επιλέξει να επιτεθεί, τα σενάρια περί εναλλακτικών ενεργειακών προμηθειών προς την Ευρώπη εάν το ρωσικό φυσικό αέριο σταματήσει να ρέει, ακόμη και οι τοποθετήσεις της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης (της ΥΠΕΞ Αναλένα Μπέρμποκ για παράδειγμα) που φαίνεται να έχει μετακινηθεί σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν υιοθετώντας πια μια πιο σκληρή ρητορική γραμμή έναντι της Μόσχας (ακόμη και ως προς το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων σε βάρος του ρωσογερμανικού αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 η έναρξη της λειτουργίας του οποίου ακόμη εκκρεμεί).         

Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, όσοι (δυτικοί, Αμερικανοί, Βρετανοί, Ουκρανοί) προειδοποιούσαν για το ενδεχόμενο σύρραξης, προφανώς δεν έχουν επί της ουσίας, προς ώρας τουλάχιστον, κανέναν απτό λόγο να αποσύρουν ή να ανασκευάσουν τις προειδοποιήσεις τους.

Η ίδια η Αμερικανίδα ΥΦΥΠΕΞ Γουέντι Σέρμαν δήλωσε πως «ανά πάσα στιγμή», έως και τα μέσα Φεβρουαρίου, θα μπορούσαμε να δούμε μια ξαφνική ρωσική επίθεση, ευρεία ή περιορισμένη μένει να φανεί. Η μπάλα ως προς αυτό βρίσκεται ξεκάθαρα στο γήπεδο του ιδίου του Πούτιν.

Διπλωματικά ανοίγματα 

Κι όμως, παρά την ένταση που παραμένει στα ύψη, τόσο οι Αμερικανοί όσο και οι Ρώσοι παρουσιάζονται πλέον να βλέπουν παράλληλα και περιθώρια διαλόγου. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ υποστήριξε, για παράδειγμα, επικαλούμενος την γραπτή αμερικανική απάντηση στις ρωσικές αξιώσεις εγγυήσεων ασφαλείας, πως υπάρχουν μεν περιθώρια για διάλογο με τις ΗΠΑ αλλά σε «δευτερεύοντα ζητήματα».

Ποια θα μπορούσαν να είναι αυτά τα «δευτερεύοντα ζητήματα»; Οι ίδιοι οι Αμερικανοί (η υφυπουργός Εξωτερικών Γουέντι Σέρμαν, ο ΥΠΕΞ Άντονι Μπλίνκεν κ.ά.) έχουν αφήσει να εννοηθεί πως η Ουάσιγκτον θα ήταν διατεθειμένη να διαπραγματευτεί με τη Μόσχα: την προοπτική περιορισμού των νατοϊκών δυνάμεων σε κάποιες περιοχές, νέες συμφωνίες (μη-τοποθέτησης συγκεκριμένων πυραυλικών συστημάτων σε συγκεκριμένες τοποθεσίες) και νέους μηχανισμούς (έγκαιρης προειδοποίησης της μιας πλευράς για τις στρατιωτικές κινήσεις της άλλης). Όλα αυτά όμως με την προϋπόθεση ότι και η Μόσχα θα προχωρήσει από την πλευρά της σε κινήσεις ανταπόδοσης – καλής θέλησης.  

Το εάν θα μπορέσουν Ρώσοι και Αμερικανοί να συμφωνήσουν σε ένα νέο, κοινά αποδεκτό, πλαίσιο αποκλιμάκωσης της έντασης, είναι κάτι που μένει να φάνει.

Η περιρρέουσα ένταση πάντως σίγουρα δεν βοηθάει στην επίτευξη ενός στόχου που, για να έχει διάρκεια και βάθος, θα πρέπει να συνοδευτεί εκ των πραγμάτων και από μια νέα, κοινά αποδεκτή, αρχιτεκτονική ασφαλείας.  

Το «ζήτημα», άλλωστε, για τον Πούτιν δεν είναι πια απλώς και μόνο το μέλλον της Ουκρανίας. Εάν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε στη λίστα με τις ρωσικές απαιτήσεις θα είχε συμπεριληφθεί μόνο η μη-περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς αλλά όχι παράλληλα και η απόσυρση του ΝΑΤΟ από τις χώρες που εκείνο έχει καλωσορίσει στις τάξεις του τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Το ζητούμενο, λοιπόν, για τη Μόσχα είναι να μπορέσει να επαναχαράξει τα όρια του μεταψυχροπολεμικού κόσμου, απομακρύνοντάς τα όσο πιο μακριά γίνεται από τα ρωσικά σύνορα. Και για να το επιτύχει, εκείνη ασκεί στρατιωτικού τύπου πιέσεις (ο στρατός και η ενέργεια είναι τα μόνα δυνητικώς αποτελεσματικά διαπραγματευτικά χαρτιά που διαθέτει ο Πούτιν, για αυτό και τα χρησιμοποιεί), αλλά και με κινδύνους και για την ίδια.

Διότι η όποια ρωσική δράση είναι σχεδόν βέβαιο πως θα συνοδευτεί και από αντιδράσεις που θα μπορούσαν να έχουν τη μορφή κυρώσεων, απώλειας εσόδων για τις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας, αλλά και επιπλέον ενίσχυσης της νατοϊκής παρουσίας όχι στην Ουκρανία αλλά στις χώρες της Βαλτικής, στην Πολωνία, στη Ρουμανία κ.ά.

Όσο για τη διπλωματία, εκείνη μπορεί να αποδυναμώνεται στη σκιά απειλών και εκατέρωθεν εκβιασμών, αλλά δεν έχει ακόμη εξαντλήσει τα περιθώριά της.

Αντιθέτως μάλιστα, εάν κρίνουμε από τις επαφές που έχουν ανακοινωθεί για το προσεχές διάστημα (τηλεφωνική επικοινωνία Μακρόν-Πούτιν, επίσκεψη Σεργκέι Λαβρόφ στο Πεκίνο, επίσκεψη Όλαφ Σολτς στην Ουάσιγκτον, νέο ραντεβού των τεσσάρων του σχήματος της Νορμανδίας μετά το Παρίσι στο Βερολίνο) τότε έχουμε ακόμη πολλά να περιμένουμε… παράλληλα βέβαια και με τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του Πεκίνου που ξεκινούν στις 4 Φεβρουαρίου.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου