Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

100 χρόνια ελεύθερη Κατερίνη: 16 Οκτωβρίου 1912 - 16 Οκτωβρίου 2012

http://www.olympio-bima.gr





Στις 7.30’ πρωινή της 16ης Οκτωβρίου 1912, ημέρα Τρίτη, τα ελληνικά στρατεύματα εισήλθαν στην πανηγυρίζουσα Κατερίνη. Οι κάτοικοι της από τα μπαλκόνια των οικιών και τις άκρες των δρόμων επευφημούσαν τον παρελαύνοντα δια μέσου της κεντρικής οδού (σημερινή 7ης Μεραρχίας και Μεγ. Αλεξάνδρου) ελληνικό στρατό.
Ας δούμε πως έζησαν κάποιοι από τους πρωταγωνιστές την πανηγυρική ατμόσφαιρα της απελευθέρωσης, 100 χρόνια πριν.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Δημ. Κωτίκα, ο οποίος διετέλεσε
για πολλά χρόνια αργότερα Πρόεδρος του Συλλόγου Εφεδροπολεμιστών και πρόεδρος του Συλλόγου Λιβαδιωτών της Κατερίνης από το 1929 έως τα βαθιά του γεράματα, ο ελληνικός στρατός πορεύτηκε δια μέσου της κεντρικής οδού και προχώρησε προς το κέντρο της μικρής πόλης. Στο ύψος του σημερινού πάρκου που τότε ήταν Κισλάς, δηλαδή τούρκικος στρατώνας, τον ελληνικό στρατό υποδέχτηκε αντιπροσωπεία των κατοίκων της πόλης με επικεφαλής τον επίσκοπο Παρθένιο Βαρδάκα.

«Ήμουν νέος, 17 ετών περίπου, όταν απελευθερώθηκε η Κατερίνη. Το πρωινό εκείνο, εργαζόμουν ως υπάλληλος στο καφενείο του Σκλιοπίδη (γωνία σημ. Μεγ. Αλεξάνδρου  και Γ. Ολυμπίου). Λίγο πριν εισέλθει ο ελληνικός στρατός, πυκνοί πυροβολισμοί ακούστηκαν από διάφορα σημεία της πόλης και δε γνωρίζαμε την προέλευσή τους. Οι κάτοικοι τρομαγμένοι και φοβισμένοι το έβαλαν στα πόδια. Οι καταστηματάρχες τη κεντρικής πλατεία και της κεντρικής οδού κλείδωσαν τα μαγαζιά τους και κλείστηκαν στα σπίτια τους. Υπαίθριοι μικροπωλητές εγκατέλειψαν την πραμάτεια τους στους δρόμους και εξαφανίστηκαν. Υπαίθριοι μάγειροι που σερβίριζαν σε λαδόκολλα πατσάδες, κεμπάπ, εγκατέλειψαν τις γεμάτες με κρέας ταύλες κι έτρεξαν να κρυφτούν. Φοβισμένος κι εγώ, κλείδωσα το μαγαζί και απομακρύνθηκα από την αγορά. Από περιέργεια, όμως επέστρεψα σύντομα και τότε είδα τον ελληνικό στρατό να παρελαύνει μέσω της κεντρικής οδού. Επέστρεψαν κι άλλοι καταστηματάρχες, άνοιξαν τα μαγαζιά τους και κερνούσαν τους Έλληνες στρατιώτες με λουκούμια, ποτά, τσιγάρα κ.ά.»

Ο Λιβαδιώτης στην καταγωγή, αξιωματικός στο σώμα προσκόπων που απελευθέρωσε την Κατερίνη, Αλέξανδρος Ζάννας, σημείωσε  σχετικά:
«Ο τουρκικός στρατός υποχώρησε συντεταγμένος και ανέπαφος με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη. Από τους πρώτους μπήκα κι εγώ στο μεταξύ στην Κατερίνη και δέχθηκα άπειρα φιλιά από συγγενείς και φίλους. Μόλις σώθηκα απ’ αυτά, η πρώτη μου δουλειά ήταν να πάω στην αποθήκη σιγαρέτων του τουρκικού μονοπωλείου… Αφού λοιπόν αγόρασα και άλλα πράγματα, που είχαμε ανάγκη, ξεκίνησα με τρία μουλάρια καλά φορτωμένα για το Κίτρος… Εκεί έγινα δεκτός σαν Αι- Βασίλης. Η πρώτη ερώτησις όλων ήταν: ¨έφερες τσιγάρα, έφερες καπνό;¨»
Την ίδια ατμόσφαιρα περιγράφει και ο Ιωάννης Γ. Συννεφάκης στο βιβλίο του «Λιβάδι, η πατρίδα του Γ. Ολύμπιου»
«… Να περιγράψω την απελευθέρωσι της Κατερίνης;
Ήμουν τότε τεσσάρων ετών και θυμάμαι τον πανζουρλισμό των κατοίκων, τα κόκκινα σχισμένα φέσια που είχαν γεμίσει τους δρόμους και το σπίτι μας που ήταν στην πλατεία της πόλεως γεμάτο αξιωματικούς. Μερικοί από αυτούς ελαφρά τραυματισμένοι δέχονταν τις περιποιήσεις του Λιβαδιώτη γιατρού, Γεωργίου Ζουζακίδη, περίφημου επιστήμονος και ανθρώπου, με το αυστηρό πρόσωπο και το χαρακτηριστικό γενάκι του.
Σε γειτονικό σπίτι, του Γεωργίου Λαναρίδη, συγγενούς του Γυμνασιάρχου Κωνσταντίνου Νικολαϊδη, είχε καταλύσει ο Μέραρχος Κλεομένης. Φυσικά η πρώτη πράξις ήταν μια δοξολογία στην Εκκλησία της Αναλήψεως, όπου παρέστησαν όλοι οι μεγάλοι την ηλικίαν.
Ο στρατός ανέθεσε στο Λιβαδιώτη Γεώργιο Λαναρίδη καθήκοντα Δημάρχου και συνέχισε παρέλασι προς τη Θεσσαλονίκην, για την κατάληψι της οποίας, όπως ήλωσε ο Μέραρχος, ο Ελληνικός στρατός ήταν βέβαιος ότι θα έμπαινε στις 26 Οκτωβρίου, εορτήν του Αγίου Δημητρίου.
Έφυγε ο Στρατός και άφησε την Κατερίνη να πλέη στα χρώματα της Γαλανόλευκης. Όλοι οι Έλληνες κάτοικοι είχαν τις σημαίες πριν μπη ο Ελευθερωτής Ελληνικός Στρατός…»

(Από το βιβλίο του Γιάννη Καζνταρίδη Κατερίνη, από τη μικρή κώμη στην πολύτροπη πόλη)
Ο αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Ζωρογιαννίδης, έγραψε

«Επί τη προελάσει της Μεραρχίας, οι κώδωνες των Εκκλησιών ήχουν δαιμονιωδώς, πλείστοι δε πυροβολισμοί, από της πόλεως πεσόντες, κατ’ αρχάς παρεξηγήθησαν, ως σημεία κινδύνου και σφαγών, αλλά κατόπιν διευκρινίσθη ότι επρόκειτο περί εκδηλώσεως της χαράς των κατοίκων, επί τη απελευθερώσει, των εξελθόντων πανσυδεί προς προϋπάντησιν της Μεραρχίας με επί κεφαλής τον Επίσκοπον. Τότε η Μεραρχία, ανασυνταχθείσα εις την τάξιν πορείας εισήλθεν εις την πόλι, του Μεράρχου μετά του Επιτελείου του κατευθυνθέντος εις την Μητρόπολιν, ένθα εψάλη δοξολογία περί την 9ην πρωινήν ώραν. Των δε Σωμάτων διεξελθόντων την πόλιν, υπό του ραντίσματος δι’ ανθέων εκ των παραθύρων και εξωστών των οικιών παρά των κατοίκω, καταυλισθέντων εις την Αντατολικήν παρυφήν αυτής.
Η χαρά και η αγαλλίασις των ανδρών επί τω συντελεσθέντι γεγονότι διεσκέδασε την κόπωσιν και την πείναν. Εις την ανατολικήν παρυφήν της πόλεως εγένετο ο καταυλισμός των Σωμάτων και αμέσως διενεμήθη εις τους άνδρας του Συντάγματος άρτος και διπλή μερίς τυριού, επί πλέον δε και πέντε πακέτα καπνού εκάστω εκ της εκεί ευρεσκομένης αποθήκης Regie.
(Σχετικώς με την συμπλοκήν της Αικατερίνης, έχω να πω είπω τα εξής: Εάν, γνωσθεισών των θέσεων του εχθρού, η προέλασις της Μεραρχίας εγίνετο ελάχιστα μεθοδικώς, συνοδευόμενη και συνδυαζομένη μετά προϊούσης αριστεράς πλαγίας κινήσεως, έχω την γνώμην ότι ο εχθρός δε θα ηδύνατο να διαφύγη, αιχμαλωτιζόμενος)».

(Από το βιβλίο του Γιώργου Χιονίδη, «Η Απελευθέρωση της Κατερίνης από τον τουρκικό ζυγό»)

Την ίδια ημέρα, γύρω στις 1.30΄ το μεσημέρι αποφασίστηκε και η προέλαση της Μεραρχίας περαιτέρω, προς καταδίωξη του εχθρού που υποχωρούσε προς το Κίτρος. Ο στρατός παρέδωσε τη διοίκηση της πόλης στο Λιβαδιώτη, Γεώργιο Λαναρίδη. Ο Τούρκος δήμαρχος της Κατερίνης, Μουχαρέμ Πασάς, ο οποίος παρευρισκόταν, όπως και άλλοι μουσουλμάνοι στη δοξολογία, συνέχιζε να ασκεί τα καθήκοντά του. Ένα χρόνο αργότερα, στις 31 Οκτωβρίου 1913, παρέδωσε με πρωτόκολλο το Κοινοτικό Ταμείο στο δημοτικό υπάλληλο, Δημήτριο Κ. Δήμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου